Γραφειοκρατία εναντίον οικονομίας, Από τον Ξενοφώντα Κοντιάδη, Καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου, Πρόεδρο Ιδρύματος Τσάτσου

Η βελτίωση των όρων δανεισμού αποτελεί ένα μήνυμα εντατικοποίησης της προσπάθειας να αναπροσδιοριστεί η σχέση κράτους και οικονομίας. Το κράτος παραμένει ο μεγαλύτερος εχθρός της ελληνικής οικονομίας. Τα πλοκάμια της γραφειοκρατίας εξοντώνουν την επιχειρηματικότητα και απομυζούν τα τελευταία ίχνη ικμάδας όσων τολμούν εν μέσω κρίσης να εκτεθούν στην ελεύθερη αγορά. Οι επιβαρύνσεις που επιβάλλει η εθνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία για την ίδρυση και λειτουργία των επιχειρήσεων στερούν από την οικονομία πολύτιμους πόρους. Περιττές, χρονοβόρες και δαπανηρές διαδικασίες και υποχρεώσεις πληροφόρησης, χιλιάδες χαμένες εργατοώρες, ανώφελα διοικητικά βάρη μετατρέπουν το επιχειρείν σε γραφειοκρατικό λαβύρινθο. Πώς μπορεί υπό τις συνθήκες αυτές να προσελκύσει η χώρα ξένες επενδύσεις, να ενισχύσει την καινοτομία, να αξιοποιήσει τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα, να βρει τον δρόμο προς την ανάπτυξη;
Ωστόσο σήμερα διαπιστώνεται μια σημαντική διαφορά στη μάχη της επιχειρηματικότητας απέναντι στο κράτος. Το τέρας της γραφειοκρατίας δεν είναι πλέον απροσδιόριστο, απρόσωπο, άπιαστο. Με την αξιοποίηση νέων μεθόδων μπορεί να μετρηθεί, να ποσοτικοποιηθεί, εντοπίζοντας τα επίμαχα σημεία σε κάθε νόμο, σε κάθε κοινοτική οδηγία, διοικητική διαδικασία ή πεδίο δημόσιας πολιτικής, ως προϋπόθεση ώστε να εξορθολογιστεί η λειτουργία της διοίκησης και να μειωθούν οι άχρηστες επιβαρύνσεις. Η καταπολέμηση της γραφειοκρατίας δεν αποτελεί αυτοσκοπό, ούτε εντάσσεται στην κατηγορία των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που επιδιώκουν τη συρρίκνωση του ρόλου του κράτους. Αντίθετα προς τις αντιλήψεις που υποστηρίζουν την υποχώρηση των κρατικών ρυθμίσεων, η μέτρηση των περιττών βαρών και η περικοπή τους ανήκει στις πολιτικές για καλύτερη νομοθέτηση, τις οποίες έχει υιοθετήσει και η Ευρωπαϊκή Ένωση, θέτοντας ως στόχο τη μείωση των ανούσιων υποχρεώσεων προς τη διοίκηση κατά 25% μέσα στα επόμενα δύο χρόνια.
Μείωση της γραφειοκρατίας δεν σημαίνει λιγότερο κράτος, αλλά καλύτερο κράτος, φιλικό για τον πολίτη, εξοικονομώντας ταυτόχρονα πολύτιμους ανθρώπινους πόρους της ίδιας της διοίκησης. Η μείωση των διοικητικών επιβαρύνσεων αφορά όλους όσοι ζουν στην Ελλάδα, ιδίως όμως τον μικρό και μεσαίο επιχειρηματία και τον ελεύθερο επαγγελματία, για τους οποίους δεν έχουν προβλεφθεί ειδικές, «πολυτελείς» διαδικασίες τύπου «fast track». Το ζητούμενο είναι η παράκαμψη της περιττής γραφειοκρατίας να σταματήσει να αποτελεί προνόμιο των μεγάλων ξένων επιχειρηματικών ομίλων και να καταστεί αυτονόητος τρόπος συναλλαγής με το κράτος.
Οι υπέρμετρες υποχρεώσεις πληροφόρησης που επιβάλλει η ισχύουσα νομοθεσία απηχούν μια αναχρονιστική θεώρηση του συναλλασσόμενου με τη δημόσια διοίκηση ως εκ προοιμίου «απατεώνα», ύποπτου για διάπραξη οικονομικών εγκλημάτων. Πρόκειται για μια αντίληψη που αναπαράγει την εχθρική σχέση μεταξύ κράτους και οικονομίας, υποσκάπτοντας εξαρχής την αναγκαία εμπιστοσύνη ανάμεσα στην εποπτεύουσα πολιτεία, που ωφελείται από την υγιή επιχειρηματικότητα, και στον επιχειρηματία, που δικαιούται να προσβλέπει, αν όχι στην κρατική ενίσχυση, τουλάχιστον στη μη παρεμπόδιση του έργου του. Στην καρδιά της κρίσης το κράτος οφείλει να μην επισπεύδει μόνο τη μείωση των εισοδημάτων των εργαζόμενων αλλά και τη μείωση των περιττών βαρών.