ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΙΤΣΕΛΙΚΗΣ, Επιβάλλοντας την ειρήνη. Η νομιμότητα των στρατιωτικών επεμβάσεων και τα όρια του ανθρωπισμού, Αθήνα-Κομοτηνή 2001, 433 σελ.
Η διεθνής πρακτική έχει καταδείξει τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα στο βαλκανικό χώρο, ότι οι προϋποθέσεις νομιμότητας των στρατιωτικών επεμβάσεων σε περίπτωση μαζικής παραβίασης των δικαιωμάτων του ανθρώπου είναι δυσδιάκριτες και αμφιλεγόμενες. Σαθρός αποδεικνύεται επίσης ο θεσμικός διαχωρισμός μεταξύ του μονοπωλιακού προνομίου του Συμβουλίου Ασφαλείας ως προς τη χρήση ένοπλης βίας για τη διασφάλιση της ειρήνης, από τη μια πλευρά, και της μονομερούς ανάληψης δράσης από τα κράτη, από την άλλη. Η διεθνής επεμβατική πρακτική κατά τη δεκαετία του 1990 είναι ιδιαίτερα πλούσια. Εξαναγκαστικά μέτρα υιοθετήθηκαν, μεταξύ άλλων, κατά του Ιράκ, στη Βοσνία, στη Σομαλία, στη Ρουάντα, στην Αϊτή, στο Ζαΐρ/Δημοκρατία του Κονγκό, στην Αλβανία, στο Ανατολικό Τιμόρ. Ωστόσο, σε πολλές άλλες παρεμφερείς καταστάσεις το διεθνές ενδιαφέρον αδράνησε.
Όσα διαδραματίστηκαν στο Κοσσυφοπέδιο, με τις δύο διαδοχικές στρατιωτικές επεμβάσεις, προσθέτουν σημαντικά νέα στοιχεία στη σχετική συζήτηση. Από τη μια πλευρά, η μαζική παραβίαση των δικαιωμάτων του ανθρώπου έδωσε λαβή για τη δημιουργία νέων τάσεων του διεθνούς δικαίου, και από την άλλη, ο «παρεμβατικός ανθρωπισμός» εξελίχθηκε σε εγγενή παράγοντα ίδιων των κρίσεων. Τελικά, η συνήθως συγκρουσιακή σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ των επεμβαινόντων και του κράτους υποδοχής επαναπροσδιορίζει τη νομική φύση των ίδιων των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Η προστασία τους, χωρίς και πάλι να διασφαλίζεται ουσιαστικά, μετατίθεται σταδιακά σε νέα σφαίρα εξουσίας: από τη δικαιοδοσία του κράτους στο συμφέρον των πρωταγωνιστών της διεθνούς κοινότητας.